αιγιρίνης

αιγιρίνης
Ορυκτό, πυριτικό άλας σιδήρου και νατρίου του τύπου NaFeSi2O6, που ανήκει στην ομάδα των πυροξένων. Σχηματίζει επιμήκεις πρισματικούς κρυστάλλους κατά το μονοκλινές σύστημα. Έχει σκληρότητα 6 βαθμών στην κλίμακα Μος, ειδικό βάρος 3,55 γρ./κ. εκ., χρώμα καφέ ή πράσινο και είναι ημιδιαφανής ή εντελώς αδιαφανής με λάμψη γυαλιού. Βρίσκεται σε εκρηξιγενή πετρώματα πλούσια σε νάτριο, όπως π.χ. στους νεφελινικούς συωνίτες. Πολλές φορές περιέχει μικρή ποσότητα ασβεστίου (Ca++) και σιδήρου (Fe+++) που αντικαθιστούν ισοδύναμες ποσότητες νατρίου (Νa+) και υποσιδήρου (Fe++). Συνήθως ονομάζονται α. οι κρύσταλλοι του ορυκτού αυτού που σε μικροσκοπικές τομές είναι διαφανείς με χρώμα πράσινο και ακμίτες οι κρύσταλλοι που σε τέτοιες τομές είναι διαφανείς με χρώμα βαθύ κόκκινο προς το καστανό. Ο α. λέγεται και ακμίτης. Σωστικά συνεργεία αναζητούν επιζώντες στα ερείπια πολυκατοικίας, μετά τον μεγάλο σεισμό του 1995, που κατέστρεψε μεγάλο μέρος του Αιγίου. Δείγμα αιγιρίνη, πυριτικού άλατος του νατρίου και του σιδήρου, που ανήκει στην ομάδα των πυροξένων. Δείγμα αιγιριναυγίτη, ορυκτού που σχηματίζεται από αιγιρίνη και αυγίτη σε ίσες ποσότητες.
* * *
ή ακμίτης, ο (Ορυκτ.)
ορυκτό τής ομάδας τών πυροξένων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. aegirine < Aegir, θεότητα τής σκανδιναβικής Μυθολογίας + -ine (πρβλ. -ίνης)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πυρόξενοι — Σημαντική οικογένεια πυριτικών ορυκτών που συμμετέχουν στη σύσταση πολλών πετρωμάτων, πολλές φορές ως θεμελιώδη ορυκτολογικά συστατικά. Ο ιδανικός χημικός τύπος της ομάδας αυτής ορυκτών είναι: R2Si2O6, όπου το R δείχνει το μαγνήσιο Mg2Si2O6,… …   Dictionary of Greek

  • αιγιρινικός — ή, ό [αιγιρίνης] αυτός που περιέχει αιγιρίνη …   Dictionary of Greek

  • ακμίτης — Ορυκτό της ομάδας των πυροξένων, παραλλαγή του αιγιρίνη. Βλ. λ. αιγιρίνης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”